Κυριακή 28 Ιουνίου 2009

ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΕΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ




Θάνατος........

Τι λέξη και αυτή. Στο ακουσμά της αμέσως , όσο εξοικιομενος και να είσαι με την ιδέα του, σου γεννιούνται αρνητικές σκέψεις, μαύρες και απαισιόδοξες.

Πρέπει όμως να αντιδρούμε και να σκεφτόμαστε έτσι; Είναι ο θάνατος τόσο αρνητικός;

Εδώ είναι ένα σημείο που θα μπορόυσαμε να διατυπώσουμε διαφορετικές γνώμες και απόψεις.

Υπάρχουν στιγμές στη ζωή μας δυστυχώς που ο θάνατος έρχεται σαν λύτρωση από τα μαρτύρια. Μαρτλυριο να βλέπεις το αγαπημένο σου πρόσωπο να υποφέρει και να λιώνει από τη αρρώστια και ενδόμυχα παρακλάς να «φύγει» για να ησυχάσει και όταν αυτό συμβεί νιώθεις ένα βάρος απο το στήθος σου να χάνεται. Όμως η απώλεια είναι πάντα μια απώλεια που δεν αναπληρώνεται και η ιδέα ότι δεν θα ξαναδείς, δεν θα ξαναμιλήσεις, δεν θα ξαναγγίξεις το αγαπημένο σου πρόσωπο, όποια και αν είναι αυτό, σου προκαλεί πόνο μεγάλο και δυστυχία που μόνο ο χρόνος μπορει και αυτός όχι πάντα, να απαλύνει και να επουλώσει τις πληγές.

Προσπαθώντας λοιπόν να απαντήσω στο παραπάνω ερώτημα πιστεύω ότι αυτοί που μένουν πίσω υποφέρουν ενώ ο εκλειπών ησύχασε γλύτωσε και αν πιστέψουμε στη μεταθάνατον ζώη ίσως να πήγε και σε κάποιο τόπο καλύτερο από αυτόν.

Κλείνοντας τις σκέψεις μου θα ήθελα να τονίσω οτι ο θάνατος είναι η μεγαλύτερη δικαιοσύνη στο κόσμο γιατί δεν κοιτά κοινωνική, φυλετική η άλλη καταγωγή ούτε εάν είσαι πλούσιος η φτωχός κάποτε όλοι αργά η γρήγορα εκέι θα καταλήξουμε.

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

ΜΗΠΩΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΛΙΓΟ ΠΟΙΗΤΕΣ;;;



Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς για την ποίηση και τους ποιητές. Ο καθένας, με τον δικό του μοναδικό τρόπο και ύφος, δίνει την δική του ερμηνεία και αντίληψη για το τι είναι ποίηση και κατά ένα περίεργο τρόπο συμφωνώ με όλους.

Αυτό το γεγονός όμως μου έδωσε το ερέθισμα να αρχίσω να αναρρωτιέμαι αν όλοι, σε κάποιο βαθμό βέβαια, είμαστε (λίγο πολύ) ποιητές.

Το κάθε άτομο με την δική του μοναδική προσωπικότητα, η οποία έχει διαμορφωθεί απο το οικογενιακό του περιβάλον, την μορφωσή του, τις εμπειρίες του και γενικότερα το background που διαθέτει, τον κάνει, με κάποιο ξεχωριστό τρόπο, να αντιλαμβάνεται τα πράγματα γύρω του και να προσπαθεί να τα ερμηνεύσει.

Μέσα και πέρα λοιπόν από αυτό το πνεύμα και τη λογιστική, όλοι μας κάποτε, έστω και για μια φορά, ερωτευτήκαμε, αγαπήσαμε, μισήσαμε, σιχαθήκαμε, αγανακτήσαμε, ψάξαμε και ψάχνουμε να βρούμε την ευτυχία όπου ο καθένας μας νομίζει.

Όλα αυτά τα παραπάνω συναισθήματα ερεθίσανε το μυαλό μας, κάνανε τη καρδία μας να χτυπήσει πιό δυνατά, νιώσαμε το σφίξιμο στο στομάχι αδρεναλίνη κυκλοφόρισε στο αίμα μας και τότε γεννήθηκε η άναγκη μας να τα εκφράσουμε, όλα αυτά, γραφόντας ραβασάκια, στοιχάκια και ποιήματα ή ακόμη συνθήματα στους τοίχους, όπως ο καθένας μας αισθανόταν, προς τη μούσα μας, την πηγή της εμπνευσης μας. Αυτό το γεγονός ξύπνησε μέσα μας το κρυμμένο ποιητή που οδήγησε το χέρι μας να γράψουμε τα παραπάνω.

Θα κλείσω τις σκέψεις μου παραθέτοντας ένα μικρό απόσπασμα από μία συνέντευξη του Νομπελίστα Λογοτεχνίας (1995) Σεϊμους Χiνι

ΔΗΜ: «Τι είναι η ποίηση για σας τον ίδιο;»
Σεϊμους: «Ταξίδι, είναι το πίο σημαντικό πράγμα που μου έχει συμβεί στη ζωή μου»
ΔΗΜ: «Γιατί;»
Σεϊμους: «Γιατί η ποίηση άλλαξε την ταχύτητα της ψυχής μου, άλλαξε το πεπρωμμένο μου».

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

ΓΙΑΤΙ (ΩΡΕΣ ΩΡΕΣ ......) ΑΠΕΧΘΑΝΟΜΑΙ ΤΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΑ



Παρασκευή και οι ώρες μοίαζουν να κυλούν πιό γρήγορα, ο κόσμος κοιτά τα ρολόγια τους, των οποίων οι δείκτες για κάποιο παράξενο λόγο από την άλλη δείχνουν κολλημένοι, λαχταρόντας το πολυπόθητο Σαββατοκύριακο.

Σαββατοκύριακο, τι γλυκεία λέξη, η προσμονή του σε γεμίζει ελπίδα ότι κάτι καλό θα σου συμβεί, θα ξεκουραστείς, θα απολάυσεις ώρες γαλήνης και ηρεμίας, θα διασκεδάσεις με φίλους θα παρακολουθήσεις τον αγώνα της αγαπημένης σου ομάδας, θα ασχοληθείς επιτέλους με τον εαυτό σου και αυτά που αγαπάς. Μα είναι άραγε πάντα έτσι;

Ένας λογικός άνθρωπος θα πεί «μα καλά τίθεται και ερώτημα;» και κάποιος άλλος να πρόσθετε «Τι λέει ο τρελλός;» και δεν τους αδικώ καθόλου (...μπορεί στο κάτω κάτω της γραφής και να είμαι!!! Από την άλλη βέβαια υποστηρίζω ότι όλοι μας κουβαλάμε λίγο τρελλίτσα...)

Για την πλειοψηφία των συναθρώπων μας μάλλον έτσι πρέπει να είναι, αλλά υπάρχει και μία μερίδα ανθρώπων (μικρή ίσως άλλα που μέσα της θα συναντήσεις άτομα όλων των ηλικιών), που στον ερχομό του ένα κύμα αρνητικών συναισθημάτων τους κατακλύζει, γιατί και πάλι το φάσμα της μοναξίας τους σαν κακόγουστο αστείο έρχεται και πάλι να τους κυρίευσει. Είναι εκείνες οι άτιμες στιγμές στη μικρή μας ζωή που το status quo της ανατρέπεται, χάνεις το έδαφος κάτω από τα πόδια σου, όλα σου φαίνονται μαύρα και σε πιάνει ένας μικρός πανικός όταν αρχίζεις να συνειδητοποείς ότι πρέπει να ξαναρχήσεις πάλι από την αρχή. Θα είναι πάντα έτσι;

Όχι βέβαια, αλλά μέχρι να ξαναβρείς την χαμένη σου ελπίδα και να αρπάξεις την σανίδα σωτηρίας σου, που κάπου εκεί έξω θα σε περιμένει, η παραπάνω κατάσταση θα υφίσταται. Πόσο θα πάρει αυτό δεν το ξέρω, αλλά ένα είναι σίγουρο, ότι κάποτε θα περάσει, οπότε κουράγιο όπως κάθε πόνος έτσι και αυτό θα ξεπεραστεί.

ΥΓ.: Πρέπει να ομολογήσω ότι προσπάθησα πολλές φορές να αποτυπώσω πάνω στη λευκή κόλα τις σκέψεις μου για τον εν λόγο θέμα, όμως αυτές σαν ατίθασα άγρια άλογα έτρεχαν ανεξέλενγκτα πέρα – δόθε με καμμία διάθεση να σταματήσουν και μένα ανίκανο να τις δαμάσω, τελικά όμως βρήκα τόσο τον χρόνο όσο και τη διάθεση να μαζέψω μερικές μόνο από τις πάμπολλες σκέψεις που είχα και έκανα μια προσπάθεια (ατυχή ίσως...) να εκφράσω μερικές και αυστηρά προσωπικές απόψεις μου πάνω στο θέμα αυτό μιάς και πρόσφατα έτυχε να περάσω από μια τέτοια φάση αλλά να μοιραστώ και με φίλους παρόμοιες εμπειρίες.

Τρίτη 31 Μαρτίου 2009

Αν...........




-Αν ήμουνα ένα πουλί και μίσευα στα ξένα
πες μου τι θα γινόσουνα να`ρχόσουνα σε μένα.
-Αγέρας θα γινόμουνα,ένα ζεστό μελτέμι
να τυλιγόμουν γύρω σου το σώμα σου μην τρέμει.

-Αν ήμουν δέντρο μοναχό σε ρεματιά σπαρμένο
πες μου πώς θα με σίμωνες για να σε περιμένω.
-Νεράκι θα γινόμουνα μια δροσερή πηγούλα
να μ`έπιναν τα φύλα σου σαν σιγανή βροχούλα.

-Αν θα γινόμουν ξωτικό στα δάση τριγυρνούσα
πες μου τι θα γινόσουνα να μη σε λησμονούσα.
-Διαβάτης θα γινόμουνα τη σκέψη να μου κλέψεις
με τη ματιά σου τη ζεστή να`ρθεις να με μαγέψεις.

-Αν είχα σώμα πέτρινο αν είμουνα ξωκλήσι
πώς θα`χα τη φωνούλα σου να μου γλυκομιλήσει.
-Καμπάνα θα γινόμουνα στ`αμώνι καμωμένη
να ψέλνω για χατήρι σου αιώνια αγαπημένη.

Ρόδο του Ανέμου

Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ



Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια.
Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ' αυτήν
την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους.
Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της
ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας
και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν
στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων.
Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένο δέρας της υπάρξεώς μας.

Εμπειρίκος

Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

ΤΟ ΠΙΟ ΑΡΧΑΙΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ



Που είσαι εσυ
Που μου ‘χεις
Κλέψει τη ψυχή;


Που είσαι
Κύριε της
Καρδιάς μου;
--
Ποιός χωρίς οίκτο
Έσβησε το μονοπάτι σου;
Μήπως στο χώμα το
Ελαφρύ έχεις θαφτεί;
--
Ουτ’ένα δάκρυ
Δεν υπάρχει πιά
Στα μάτια μου
Εξαντήθηκαν
--
Μονάχα η ηχώ
Στο πόνο μου
αποκρίνεται
--
Και το αίμα μου
Σταλαματία , σταλαματία
Στερεύει
---
Έλα ας τρέξουμε
Και οι δύο μαζί
Χέρι με χέρι
--
Ξοπίσω απ΄τη ζωή
Την ευτυχία ακολουθώντας
--
Κι’ ας επιστρέψουμε στη
Γη νεκροί

Άγνωστος ΙΝΚΑΣ


Αφιερωμένο στην μια γυναίκα που αγάπησα αληθινά και βαθειά

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009



Τόσοι Πολλοί και όμως τόσο Μόνοι
Περπατώντας απόψε άναμεσα στα κτίρια της πόλης είδα δρόμους με αυτοκίνητα γεμάτους και κόσμο να περιφέρεται πέρα δόθε και σκέφτηκα θα γιορτάζουν και χαίρονται και αυτοί μαζί με τη φύση που ήδη άρχισε να γεμίζει με αρώματα και χρώματα τον άρρωστο αέρα που σαν ένα βάλσαμο ήρθε να απαλύνει τον πόνο του.
Προσπάθησα να αιχμαλωτίσω το βλέμμα των περαστικών αλλά μάταια, πρόσωπα παγερά και αδιάφορα βλέμματα απλανή και χαμένα, όλοι σκυμμένοι, περπατούσαν σαν κάποιο αόρατο χέρι να τους έχει κουρδίσει.
Ποιός ξέρει που ταξίδευαν, ποία όνειρα χαμένα λαχταρούσαν, σαν να ήταν κενοί και άψυχοι σαν να χάθηκε η ελπίδα μα είναι τόσο νέοι.
Δεν το πιστεύω, δεν μπορεί, είμαστε τόσοι πολλοί και όμως είμαστε τόσο μόνοι τελικά;